Από τον Παύλο Λάλο,
Λόγω καλοκαιριού και Παναγίας που πέρασε σας έχω μια αφήγηση από καρδιάς.
Η ΜΑΝΙΑ ΠΑΣΚΑΛΙΑ
Στη φωτογραφία του κάδρου, η Μανιά Πασκαλιά με τη μεσάλα, κοιτάει μπροστά σοβαρή, με τα σημάδια του χρόνου στη μορφή της αλλά καλοστεκούμενη χήρα γυναίκα που ο κοκκινομάλλης παππούς Στέργιος, με την καλή καρδιά, είχε φύγει νέος σχετικά (έναν αδερφό που είχε, πήγε χουσμικιάρης- αφιερωμένος στο Μαναστήρι τ’ς Γιαννουτάς, απέναντι πλευρά της Χράπας που διανοίχτηκε από τους παγετώνες της λεκάνης-υψίπεδο δυτικά) και δεν έζησε τους πολέμους 1940 και μετά. Η Μανιά χήρεψε δυο φορές. Από τον πρώτο γάμο χήρεψε με ένα κορίτσι στην αγκαλιά, αυτήν που θα παντρευόταν τον λεβέντη της φωτογραφίας. Μετά δευτεροπαντρεύτηκε (έτσι έκαναν τότε) με τον κοκκινομάλλη παππού Στέργιο κι έκαναν τα άλλα 5 κορίτσια. Ο μουστακαλής λεβέντης με τα πυκνά μαλλιά λοιπόν δίπλα της στη φωτο ήταν ο γαμπρός της στην τρανύτερη θυγατέρα της που χήρεψε κι αυτή, με ένα σωρό κούτσικα.
Ο γαμπρός αυτός χάθηκε το 1948-9. Έκανε στο πρώτο αντάρτικο, το πατριωτικό και μετά βγήκε και στο δεύτερο αντάρτικο το αριστερό και χαμένο από χέρι (άλλοι το είπαν προδωμένο) και χάθηκε στη μάχη για κατάκτηση του Καρπενησιού, που λένε το ήθελαν οι αντάρτες για πρωτεύουσα της επαναστατικής τους Κυβέρνησης.
Υπήρξε κι άλλος γαμπρός, στην άλλη χαροκαμένη θυγατέρα της Μανιάς, που είχε υποστεί το κάψιμο του σπιτιού από τους λυσσασμένους Ναζιστές Γερμανούς στην Κατοχή. Κι εκείνος πολεμώντας έφτασε στο Γράμμο όπου χάθηκε πίσω τον ήλιο, άγνωστο αν τάφηκε και δηλώθηκε αγνοούμενος νεκρός. Γι' αυτόν δεν είχε φωτογραφία η Μανιά.
Τα παιδιά και κορίτσια που άφησαν πίσω τους στο χωριό και οι δυο, στην ορφάνια, σε μια Ελλάδα μίσους και χολής, υπέφεραν φτώχεια και προσβολές για να επιβιώσουν και να ορθοποδήσουν ώσπου να καταλαγιάσουν τα πάθη. Άλλα κορίτσια παντρεύτηκαν ξενόχωρα κι αγόρια πήγαν στη Γερμανία και πρόκοψαν.
Η Μανιά με τη φωτογραφία τίμησε τον ένα χαμένο γαμπρό της, δείχνοντας περήφανα ότι δεν ντρέπονταν γι αυτόν.
Όπως δεν ντρέπονταν και για το χάρισμά της στα γητέματα για μάτιασμα, φευγάτο νουφαλό, λούγκες, χουλκό και άλλα παραϊατρικά της πανάρχαιας τέχνης των σαμάνων που από πρωτότοκη γυναίκα σε πρωτότοκη έφτασε ως τις μέρες μας, ευεργετώντας, σεμνά, ανθρώπους και ζωντανά, γιατί και στα ζώα το εφάρμοζε. Και στο σουγκάρι της Κατερίνης της θυγατέρας της γιάτρεψε μια λούγκα (πρίξιμο) ανάμεσα στα σκέλια.
Μια φορά η Μανιά πήγε στο ρέμα (το λάκκο λέγαν) για πλύσιμο ρούχων και στρωσιδιών, στην αρχή της τρομερής Χράπας, κοντά στη γέφυρα που έγινε για το δρόμο με το γειτονικό χωριό. Εκεί ήταν κι άλλες γυναίκες στήνοντας καζάνια πάνω σε φωτιά που ζέσταιναν νερό, ήταν και μια Νταγκλού με το νεαρό της παιδί για βοηθό, που έπρεπε να συμπάει ξύλα και κλαδιά στη φωτιά. Μα αυτό το παληκαράκι ήταν κομμένο σαν από μεγάλη κούραση και όλο να ξαπλώνει ήθελε.
–Τι έχ’ς γιούτσ’κι μ’, ρώτησε η παρατηρητική Μανιά.
-Δεν έχου όριξι για φαΐ, ψίχα δεν κατιβαίνι θεια. Έχου πιθάνι από ξηνηστικουμάρα κι δεν μπορώ να φάου.
-Σ’ έφυγι η νουφαλός γραμμένου μ’, είπε η πολύπειρη Μανιά. Γι αυτό δεν σ’ έρχιτι να τρως.
-Κάμι κάνιμ’ κάτι, Πασκαλιά, είπε η μάνα του, μπέλκιμ κι γιάνει.
Η Μανιά τον έτριψε στις μασχάλες και είπε:
- Σα γυρίσουμι στο χωριό θα σι κάνου καλά.
Και τόκανε. Αφού φόρτωσαν τα πλυμένα, από το ποταμάκι Μουράντας στο Λουτριώτικο, καθένας στο γαϊδουράκι του, ανέβηκαν την ανηφόρα στ’ Ντιβράμη ντ’ Καψάλη ως τ’ Γέρη του Λουτρό και ως την Κόκκα μέσω Σκάπιτο, έφτασαν στα σπίτια τους. Εκεί η Μανιά τον έκανε το γήτεμα, τρίβοντας γύρω στον ουφαλό με σπυριά αλάτι και μουρμουρίζοντας τα μυστικά λόγια που ήξερε. Φύσηξε στον αέρα. Το παιδί έγινε καλά και δε χόρταινε να τρώει, ώσπου φοβήθηκε η μάνα του μη τους χρεοκοπήσει, αλλά χαλάλι του.
Τη Μανιά την είχε βάλει τρεις μετάνοιες η μάνα του νεαρού, σαν αυτές που έκανε στην Παναΐα και βαθύτερες!!!
ΠΑΥΛΟΣ ΛΑΛΟΣ
Γλωσσάρι
Μανιά=η γιαγιά στα Κρανιώτικα.
Σουγκάρι= λέγεται το τελευταίο παιδί, ο εκκλησιαστικά Βενιαμίν.
Συμπάει=να τροφοδοτεί τη φωτιά .
Νουφαλός έφυγει= έφυγε ο αφαλός, πάθηση με συμπτώματα αδυναμία (κομάρα)- ανορεξία, που μόνο η πρακτική λαϊκή ιατρική αναγνωρίζει και θεραπεύει.
Μπέλκιμ= τούρκικη λέξη, μήπως, ίσως. Χρησιμοποιείται ακόμα από τους παλιούς, λέγεται και στο αποκριάτικο τραγούδι «Κάτω στο γιαλό στην άμμο, τα καβούρια κάνουν γάμο…μπέλκιμ και σ’ αγαπήσει».
Κάνιμ= τουλάχιστον. Τούρκικη, μάλλον λέξη.
Μετάνοιες= γονυκλισίες, προσκυνήματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου