ΚΑΘΕ ΠΑΣΧΑ ΤΟΝ ΚΑΡΤΕΡΟΥΣΑΜΕ
Κάθε Πάσχα
τον καρτερούσαμε,
μαζί με την Ανάσταση.
Μια φορά,κάθε χρόνο
ηχούσαν οι καμπάνες
της Ανάστασης
στο σπιτικό μας.
Στα μικρά μου μάτια
φάνταζε μεγάλος...
Μεγάλος
σαν Θεός,
καθώς ανέβαινε
με τις βαλίτσες του
την ανηφόρα.
Στους ώμους του
κουβαλούσε
την κούραση
ενός ολόκληρου
χρόνου
μακριά μας.
Το σπίτι ήταν έτοιμο
να τον υποδεχτεί
από μέρες.
Ήταν πάντα λιγομίλητος
σχεδόν απόμακρος
μαθημένος
στη μοναξιά
της ξενιτιάς
τόσων χρόνων.
Δεν κοίταξα ποτέ
βαθιά
στα μάτια του
ίσως από ντροπή,
ίσως από αφέλεια
παιδική
αλλά ήξερα.
Ήξερα ότι
με αγαπούσε.
Μας αγαπούσε.
Κι' ας δεν μου
το είπε ποτέ.
Κι' ας δεν του το 'πα.
Μόνο τον μύριζα.
Μύριζα τη μυρωδιά
που έφερνε μαζί του.
Μυρωδιά Γερμανίας
όπως έλεγα...
που αναδυόταν μέσα
από τις βαλίτσες του,
καθώς τις άνοιγε
και ανακατευόταν
με την μυρωδιά
από τα τσουρέκια,
που φύλαγε
η Μάνα μου
στο πάνω δωμάτιο
για το βράδυ
της Ανάστασης.
Μετρημένες στιγμές
χαράς ήταν.
Περνούσαν
γρήγορα.
Κι όταν έφτανε
η ώρα
να φύγει,
ήθελα να πάω
μαζί του.
Στο άγνωστο
για μένα,μέρος
που νόμιζα
ότι ήταν ο παράδεισος.
Γαντζωνόμουν
με δύναμη πάνω του
ώσπου να καταφέρει
η Μάνα μου
να με κρατήσει.
Κι ύστερα ξάπλωνα
στο χώμα
κλαίγοντας.
Μέσα από το θολό
τοπίο
των δακρύων μου
έβλεπα
το λεωφορείο
να χάνεται στη
στροφή.
Καθώς έστριβε
γκρεμιζόταν
ο κόσμος γύρω μου.
Γκρεμιζόταν
ο Θεός μου...
...και έμενα εκεί
μαζί με τη
μυρωδιά του,
καρτερώντας
ακόμα μια
Ανάσταση
για να του πω
πως τον αγαπούσα,
τον αγαπώ ακόμα.
Κι ας δεν του το 'πα
ποτέ.
Το ήξερε.
Κι ας δεν μου το είπε.
Το ήξερα.
Το ξέρω.
Αγάπη Σπαθάρα
02/04/2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου